Η Ομιλία του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Θόδωρου Σκυλακάκη, κατά την εξειδίκευση των έκτακτων κυβερνητικών μέτρων για το ενεργειακό κόστος
Καλημέρα σε όλες και σε όλους.
Η σημερινή συνέντευξη Τύπου αφορά, αποκλειστικά,στο θέμα των τιμών του ρεύματος. Επιτρέψτε μας να είναι λίγο μακροσκελής, γιατί είναι ένα εξαιρετικά σύνθετο θέμα και όταν καλείται κανείς να το εξηγήσει στην κοινή γνώμη απαιτείται επαρκής χρόνος. Θα ξεκινήσω από ορισμένα θεμελιώδη:
Πώς διαμορφώνοντα οι τιμές του ρεύματος και ποια είναι τα συστατικά τους;
Οι τιμές του ρεύματος διαμορφώνονται από το κόστος του ρεύματος και από τη ζήτηση. Και αυτό, διότι υπάρχει ένα ευρωπαϊκό μοντέλο λειτουργίας – έχει και αδυναμίες- που είναι υποχρεωτικό για τα κράτη-μέλη και στηρίζεται στην ελεύθερη διαμόρφωση των τιμών στην αγορά. Δεν υπάρχει δυνατότητα να ανήκεις στην Ευρώπη και να έχεις ρυθμιζόμενες από το κράτος τιμές, ούτε κρατικό μονοπώλιο ρεύματος. Τα κράτη-μέλη μπορούν να κάνουν διάφορες παρεμβάσεις, αλλά αυτές δεν έχουν χαρακτήρα υποχρεωτικότητας, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Παράλληλα, οι τιμές διαμορφώνονται, καταρχάς, με γνώμονα πόσες Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) έχει ένα σύστημα. Όσες περισσότερες ΑΠΕ μπαίνουν στο σύστημα οι τιμές πέφτουν, ειδικά οι νέες ΑΠΕ, διότι οι παλαιότερες έχουν αγοραστεί σε διάφορες τιμές, κατά καιρούς, κάποιες ακριβές και κάποιες σε πιο λογικές τιμές. Σε κάθε περίπτωση, όσο μπαίνουν νέες ΑΠΕ, οι τιμές πιέζονται προς τα κάτω. Για τον πανάκριβο λιγνίτη και το ακριβό φυσικό αέριο οι τιμές διαμορφώνονται λαμβάνοντας υπόψη τις τιμές των ρύπων και του φυσικού αερίου, οι οποίες έχουν αυξηθεί και δεν εξαρτώνται από την Ελλάδα, είναι πανευρωπαϊκές.
Ενδεικτικά αναφέρεται πως η ευρωπαϊκή τιμή του φυσικού αερίου το TTF πριν την ενεργειακή κρίση, το 2019, όταν ανέλαβε η κυβέρνηση ήταν 17 ευρώ και σήμερα έχει φτάσει στα 33 ευρώ, έχει διπλασιαστεί. Αντιστοίχως, η τιμή των ρύπων το 2019 ήταν 25 ευρώ και σήμερα διαμορφώνεται σε 68 ευρώ. Έχει τριπλασιαστεί.
Επιπρόσθετα, οι τιμές εξαρτώνται από τις διακυμάνσεις του καιρού που επηρεάζουν ζήτηση και προσφορά. Σε περιόδους καύσωνα μειώνεται η απόδοση τόσο των φωτοβολταϊκών όσο και των θερμικών μονάδων, την ίδια ώρα που δεν υπάρχουν ισχυροί άνεμοι. Το ίδιο συμβαίνει όταν έχεις άνυδρο χειμώνα (χάνειςυδροηλεκτρική ενέργεια) ή άλλα φαινόμενα, όπως η αφρικανική σκόνη.
Όσον αφορά στη ζήτηση, η οποία κυμαίνεται, ημερήσια, από 4-10.000 ΜW, όταν είναι μικρή οι τιμές κινούνται πτωτικά. Όταν η ζήτηση είναι μεγάλη, αντιστοίχως, οι τιμές κινούνται ανοδικά. H ζήτηση το φθινόπωρο και την άνοιξη μπορεί να πέσει μέχρι και στα 4000 ΜW ανεβαίνει λίγο τον χειμώνα και το καλοκαίρι. Αυτή την εποχή, κινείται στα 8-9000 MW. Επιπρόσθετα, η ζήτηση επηρεάζεται και αυτή από τον καιρό. Ο ζεστός χειμώνας ισοδυναμεί με χαμηλή ζήτηση και το ζεστό καλοκαίρι με υψηλή ζήτηση.
Υπάρχει και ένας τρίτος παράγοντας οι διασυνδέσεις, που επηρεάζουν και τη ζήτηση και την προσφορά και σχετίζεται με το τί συμβαίνει στο εξωτερικό. Επιδιώκουμε να έχουμε διασυνδέσεις (και τις έχουμε βελτιώσει), για την πιο αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος. Αυτό σημαίνει, ωστόσο, ότι μπορεί να υπάρχουν περίοδοι που φεύγει η ενέργεια στο εξωτερικό και ανεβαίνουν οι τιμές από τη ζήτηση που υπάρχει στο εξωτερικό και το αντίστροφο, περίοδοι που πέφτουν οι τιμές από την προσφορά φθηνής ενέργειας που έρχεται στο εξωτερικό.
Αυτά, αφορούν στις τιμές της χονδρικής. Σε αυτές προστίθενται οι επιβαρύνσεις που αφορούν -κατά κύριο λόγο- στο κόστος λειτουργίας των δικτύων και τις κοινωνικές υπηρεσίες που προσφέρουμε, είτε με χαμηλές χρεώσεις στους ευάλωτους είτε με πολύ μεγάλα ποσά επιδοτήσεων για την ηλεκτρική ενέργεια στην Κρήτη και στα νησιά, μέσω των ΥΚΩ. Τα ποσά αυτά, όταν θα ολοκληρωθούν οι διασυνδέσεις θα μειωθούν καθοριστικά.
Τί έχουμε κάνει και σχεδιάσει τον τελευταίο χρόνο για τις τιμές του ρεύματος;
Τί έχει συμβεί από τον Ιανουάριο του 2024 μέχρι σήμερα;
Τον Ιανουάριο πετύχαμε να έχουμε μέσες τιμές στα πράσινα τιμολόγια, όπου είναι και η πλειονότητα των καταναλωτών, κάτω από τον Δεκέμβριο του 2023, που είχαμε επιδοτήσεις. Οι τιμές μας τον Ιανουάριο ήταν 140 ευρώ/MWh (μεσοσταθμική τιμή Ιανουαρίου 2024).
Στη συνέχεια, λόγω της εποχικότητας και της πτώσης στις τιμές του φυσικού αερίου και σε αυτές των ρύπων η τιμή έπεσε και έφτασε μέχρι 110 ευρώ/MWh περίπου τον Μάϊο. Τον Ιούλιο, η τιμή ανέβηκε, λόγω της ανόδου στις τιμές του φυσικού αερίου και της ανόδου στις τιμές των ρύπων, επέστρεψε, επί της ουσίας, στα επίπεδα του Ιανουαρίου 2024. Μεσοσταθμικά μέχρι και τον Ιούλιο οι τιμές του επταμήνου ήταν 130 ευρώ.
Τί συνέβη από τις 11 Ιουλίου και μετά;
Μας έχει «χτυπήσει» ένας συνδυασμός γεγονότων:
Πόσο θα διαρκέσει;
Οι τιμές των futures (εκτιμήσεις της αγοράς για μελλοντικές τιμές) για τον Αύγουστο δείχνουν αποκλιμάκωση και στην Ελλάδα και στην Ουγγαρία.
Ποιες είναι οι συνέπειες της διαμόρφωσης του ενεργειακού κόστους στην χονδρική αγορά και πόση διάρκεια θα έχουν;
Από τις 11 Ιουλίου, από εκεί που οι τιμές ήταν σε φυσιολογικά επίπεδα για την εποχή, ξαφνικά, εξαιτίας των παραπάνω φαινομένων παρατηρείται μία εκτίναξη σε τιμές της τάξεως των 180 ευρώ/MWh και τα βράδια που δεν δουλεύουν τα φωτοβολταϊκά ανεβαίνουμε στα 650 ευρώ/MWh, τα οποία είναι σαφές ότι δεν τα διαμορφώνει η εγχώρια αγορά. Για παράδειγμα, χθες, το βράδυ, είχαμε ίδιες τιμές με την Βουλγαρία και υψηλότερες τιμές σε Ουγγαρία και Ρουμανία. Αυτό σημαίνει (προκύπτει και από τις εξαγωγές), πως η ροή της ενέργειας στις κρίσιμες ώρες είναι από τον Νότο προς τον Βορρά. Και η πίεση στις τιμές είναι από τον Βορρά προς τον Νότο.
Ποιες είναι οι δυνατότητες αντίδρασης που έχει η Κυβέρνηση;
Ο μηχανισμός επιβολής πλαφόν στα έσοδα των παραγωγών ηλεκτρισμού από φθηνότερες πηγές ενέργειας έχει τελειώσει (30 Ιουνίου 2024). Η καινούρια οδηγία προβλέπει όρους για έκτακτο μηχανισμό που δεν εκπληρώνονται, παρά μόνο μετά από 3 μήνες και διαπίστωση περιφερειακής ή κεντρικής, ενεργειακής κρίσης. Η κυβέρνηση, όμως, δεν μπορεί να μένει με «δεμένα τα χέρια», διότι υπάρχει μία στρέβλωση της λειτουργίας της περιφερειακής αγοράς για την οποία δεν ευθύνεται η Ελλάδα. Δεν μπορούμε να μένουμε αδρανείς όταν υπάρχουν κυριολεκτικά «ουρανοκατέβατα» κέρδη, ακόμα κι αν αυτά προκύπτουν από εξελίξεις που στη συγκεκριμένη περίπτωση μπορεί να μην βρίσκονται υπό τον έλεγχο των εγχώριων παραγωγών. Οι εγχώριοι παραγωγοί, παράγουν όση ενέργεια μπορούν και εξάγουν και κάποιες ποσότητες σε τιμές που διαμορφώνονται ουσιαστικά περιφερειακά και όχι σε μια συγκεκριμένη χώρα.
Τα μέτρα που λαμβάνουμε
Μετά τις πρόσφατες εξελίξεις στην αγορά της ενέργειας, λαμβάνουμε τα εξής μέτρα, τα οποία θα τα εξειδικεύσει η Υφυπουργός:
Πρώτον, έκτακτη επαναφορά του τέλους στην ηλεκτροπαραγωγή φυσικού αερίου (η κυβέρνηση το είχε θεσπίσει στη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης). Αυτός ο φόρος θα επιβληθεί, προσωρινά, για τουλάχιστον δύο μήνες, συγκεκριμένα για τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 2024. Το ακριβές ύψος θα ανακοινωθεί εντός των επόμενων ημερών.
Δεύτερον, επιδότηση των νοικοκυριών, η οποία θα αφορά στον Αύγουστο του 2024. Το πώς και πόσο θα το ανακοινώσουμε όταν θα έχουμε πλήρη εικόνα (περί τα τέλη Ιουλίου με αρχές Αυγούστου), σε σχέση με τη διαμόρφωση των τιμών.
Ταυτόχρονα, θα ενσωματώσουμε τη νέα ευρωπαϊκή Οδηγία σε σχέση με τον έκτακτο μηχανισμό που θα εφαρμόζουμε όταν προκύπτουν όσα προβλέπει η Οδηγία. Ωστόσο, με δεδομένο ότι στο σκεπτικό της Οδηγίας υπάρχει αναφορά σε δυσλειτουργίες της Ευρωπαϊκής αγοράς, τις οποίες και διαπιστώνουμε, θα βάλουμε υπέρ των καταναλωτών -στο πλαίσιο της ενσωμάτωσης- μία πρόσθετη, πρόνοια για εφαρμογή, μηχανισμού παρέμβασης σε περίπτωση στρεβλώσεων της αγοράς που έχουν ενδημικά χαρακτηριστικά. Δηλαδή δεν αποτελούν αυτοτελώς μείζονα κρίση, αλλά εφόσον επαναλαμβάνονται κατά διαστήματα είναι χαρακτηριστικά μόνιμης στρέβλωσης εις βάρος του καταναλωτή. Για αυτή την περίπτωση, που η οδηγία την υπονοεί, αλλά δεν την προβλέπει ρητώς, θα υπάρχει μία πρόνοια, με προϋπόθεση έγκρισης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Και θα κινηθούμε προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για να ενεργοποιήσουμε, παράλληλα με όσα κάνουμε, τη δυνατότητα αυτής της πρόνοιας, που είναι στην ουσία ο μηχανισμός που είχαμε χρησιμοποιήσει στην περίοδο της κρίσης.
Κλείνοντας, θα ήθελα να πω ότι η Κυβέρνηση, ότα νυπάρχει ανάγκη παρεμβαίνει και συνδράμει τους καταναλωτές. Δεν έχουμε ευκολία στο πώς θα παρέμβουμε, γιατί είναι τα ευρωπαϊκά εργαλεία και οι ευρωπαϊκές δεσμεύσεις εξαιρετικά περιορισμένα ταεργαλεία και αυστηρές οι δεσμεύσεις. Αλλά εξαντλούμε τη δημιουργικότητά μας υπέρ των καταναλωτών.
Το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας υπάρχει για να υπερασπίζεται τον καταναλωτή. Το λέω αυτό γιατί αυτή είναι η θεμελιώδης στάση του Υπουργείου σε σχέση με αυτά τα θέματα.
Ευχαριστώ και δίνω τον λόγο στην κυρία Σδούκου.
Απαντώντας σε ερώτηση για ενδεχόμενη ενίσχυση των επιχειρήσεων, ο κ. Σκυλακάκης σημείωσε πως δεν θα υπάρξει κανενός είδους επιστροφή σε σχέση με το ΕΤΜΕΑΡ.
Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανέφερε χαρακτηριστικά: «Έχω να ανακοινώσω κάτι πολύ σημαντικό, ένα μέτρο που αφορά στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, πολύ-πολύ μεγαλύτερης έκτασης από οτιδήποτε έχουμε κάνει στις επιδοτήσεις. Είναι μια απόφαση που ελήφθη σε επίπεδο Πρωθυπουργού. Δεν θα υπάρξει κανενός είδους επιστροφή σε σχέση με το ΕΤΜΕΑΡ. Απ’ ότι ξέρετε, υπάρχει αυτή η εκκρεμότητα του ΕΤΜΕΑΡ, η οποία είναι μια πολύ μεγάλη εκκρεμότητα, εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Αυτή, λοιπόν, η εκκρεμότητα δεν θα επιλυθεί εις βάρος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, δεδομένου ότι δεν αποτελεί δικό τους σφάλμα που καθυστέρησε η εφαρμογή του. Συνεπώς, δεν πρόκειται να υπάρξει αναδρομική ισχύ. Πρόκειται για εκατοντάδες εκατομμύρια που θα είναι προς όφελος των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Είναι μια πολύ σημαντική απόφαση».