Η Ουάσιγκτον και το Καράκας βρίσκονται ξανά σε τροχιά μετωπικής σύγκρουσης, μετά την εντολή του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αναπτυχθεί αμφίβια αρμάδα ανοικτά της Βενεζουέλας, στο πλαίσιο –όπως τονίζει ο Λευκός Οίκος– της «καταπολέμησης της διακίνησης ναρκωτικών».
Σύμφωνα με πηγές που επικαλούνται τα διεθνή πρακτορεία Reuters και AFP, η ανάπτυξη περιλαμβάνει τρία αποβατικά ελικοπτεροφόρα και ισάριθμα πυραυλοφόρα αντιτορπιλικά, συνοδευόμενα από τουλάχιστον ένα υποβρύχιο. Στα πλοία επιβαίνουν 4.500 στελέχη του αμερικανικού στρατού, εκ των οποίων 2.200–4.000 είναι πεζοναύτες, έτοιμοι να επιχειρήσουν σε περίπτωση που δοθεί σχετική εντολή.
Οι δυνάμεις που στέλνει η Ουάσιγκτον
Κατά τις ίδιες πηγές, τα πλοία USS San Antonio, USS Iwo Jima και USS Fort Lauderdale βρίσκονται καθ’ οδόν, ενώ ενισχύονται από τα αντιτορπιλικά USS Gravely, USS Jason Dunham και USS Sampson, κλάσης Arleigh Burke, εξοπλισμένα με το προηγμένο σύστημα μάχης Aegis. Το αμερικανικό Πεντάγωνο δεν έχει επιβεβαιώσει επίσημα τον αριθμό των στρατιωτών, αλλά αμερικανικά ΜΜΕ κάνουν λόγο για περίπου 4.000 πεζοναύτες που θα σταθμεύσουν πλησίον των ακτών της Βενεζουέλας.
Η κίνηση αυτή έρχεται να προστεθεί στη σκλήρυνση της στάσης της Ουάσιγκτον έναντι του Καράκας. Στις αρχές Αυγούστου, η κυβέρνηση Τραμπ διπλασίασε στα 50 εκατομμύρια δολάρια την αμοιβή που προσφέρεται σε όποιον παράσχει πληροφορίες για τη σύλληψη του Νικολάς Μαδούρο, κατηγορώντας τον ότι ηγείται διεθνούς «καρτέλ ναρκωτικών».
Στόχος ή πρόσχημα;
Ο Τραμπ επικαλείται την ανάγκη να εμποδιστεί η εισροή ναρκωτικών στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, χαρακτήρισε την κυβέρνηση της Βενεζουέλας «ναρκωτρομοκρατικό καρτέλ» και τον Μαδούρο «φυγόδικο αρχηγό». Όπως τόνισε, «ο πρόεδρος θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που διαθέτει για να εμποδίσει τα ναρκωτικά να πλημμυρίσουν τη χώρα μας».
Ωστόσο, αναλυτές επισημαίνουν ότι η επίκληση της καταπολέμησης των ναρκωτικών λειτουργεί περισσότερο ως πρόσχημα για την άσκηση πίεσης σε έναν από τους πιο σκληρούς αντιπάλους της Ουάσιγκτον στη Λατινική Αμερική. Δεν είναι τυχαίο ότι η ανάπτυξη της αρμάδας έρχεται λίγες εβδομάδες μετά την αμφισβητούμενη επανεκλογή του Μαδούρο τον Ιούλιο του 2024, την οποία οι ΗΠΑ δεν αναγνώρισαν, συντασσόμενες με την αντιπολίτευση της Βενεζουέλας.
Η απάντηση του Μαδούρο
Από την πλευρά του, ο Νικολάς Μαδούρο απέρριψε τις αμερικανικές κατηγορίες ως «αξιολύπητη και χοντροκομμένη επιχείρηση πολιτικής προπαγάνδας». Αντέδρασε διατάσσοντας την ανάπτυξη 4,5 εκατομμυρίων εθνοφυλάκων σε όλη την επικράτεια της χώρας, ώστε –όπως είπε– να εγγυηθούν «την άμυνα και την κάλυψη κάθε σπιθαμής γης».
Η Εθνοφρουρά της Βενεζουέλας ιδρύθηκε από τον Ούγο Τσάβες και αριθμεί, σύμφωνα με τις αρχές, περίπου 5 εκατομμύρια μέλη, πολίτες και εφέδρους. Ο Μαδούρο, πολιτικός διάδοχος του Τσάβες, επιχειρεί να δείξει ότι η χώρα βρίσκεται σε πλήρη επιφυλακή και ότι οποιαδήποτε ξένη επέμβαση θα αντιμετωπιστεί με αποφασιστικότητα.
Το διακύβευμα
Η νέα κρίση εντείνει την ήδη τεταμένη σχέση Ουάσιγκτον–Καράκας, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει περάσει από κύματα κυρώσεων, απόπειρες διπλωματικής απομόνωσης και πολιτικής πίεσης. Για τις ΗΠΑ, η Βενεζουέλα παραμένει όχι μόνο ζήτημα γεωπολιτικής ισχύος στη «γειτονιά» τους, αλλά και συμβολικός στόχος στη μάχη ενάντια σε αυταρχικά καθεστώτα που ευθυγραμμίζονται με τη Ρωσία, την Κίνα και το Ιράν.
Για τον Μαδούρο, από την άλλη, η επιβίωση της κυβέρνησής του εξαρτάται από την επίδειξη ισχύος απέναντι στην αμερικανική «απειλή», αλλά και από τη συσπείρωση της κοινωνίας γύρω από το αφήγημα ότι η χώρα δέχεται ιμπεριαλιστική επίθεση.
Προοπτικές
Το ερώτημα που παραμένει είναι αν η ανάπτυξη της αμερικανικής αρμάδας θα μείνει σε επίπεδο επίδειξης ισχύος ή αν μπορεί να οδηγήσει σε κάποια μορφή στρατιωτικής εμπλοκής. Αν και η Ουάσιγκτον μιλά για «καταπολέμηση των ναρκωτικών», η ιστορία δείχνει ότι τέτοιες επιχειρήσεις συχνά ανοίγουν τον δρόμο για ευρύτερες παρεμβάσεις.
Για τη Βενεζουέλα, η οποία βιώνει ήδη σοβαρή οικονομική και κοινωνική κρίση, μια στρατιωτική αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ θα μπορούσε να αποδειχθεί καταστροφική. Ωστόσο, η κυβέρνηση Μαδούρο φαίνεται αποφασισμένη να απαντήσει με κάθε μέσο, προβάλλοντας το δόγμα της εθνικής κυριαρχίας και της «αντίστασης στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό».